Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

Άντε και του χρόνου! (όσοι απομείναμε) – 2

Πέρσι τέτοια μέρα έγραφα «Η φετινή συγκομιδή ελιάς τέλειωσε και μαζί της “τελειώνουν” κάμποσοι ακόμα ελαιοπαραγωγοί , αφού η τιμή (παραγωγού) του λαδιού είναι χαμηλότερη από τη περσινή (2,15 € για την πρώτη ποιότητα με τάση μείωσης) και η ζήτηση πεσμένη». Φέτος ξαναγράφω ακριβώς την ίδια φράση διορθώνοντας το 2,15 σε 1,95 ! Ναι, η τιμή παραγωγού έπεσε πάνω από 10%. Όμως η τιμή καταναλωτή ανέβηκε και η εγχώρια ζήτηση είναι μειωμένη κοντά στο 15%. Το εθνικό αγροτικό προϊόν ακολουθεί την καθοδική πορεία όλων των «εθνικών» προϊόντων, θεμάτων και συμφερόντων. Η φετινή σοδειά λαδιού μένει στα αζήτητα, απούλητη. Οι τροϊκάνοι και οι ντόπιοι υπηρέτες τους πιθανώς θα επιδοτήσουν τα ζωικά λίπη που παράγουν τα ζώα της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, ώστε να μας αναγκάσουν να τα φάμε και να τους πούμε κι ευχαριστώ. Μπορεί να μας τα στείλουν και τζάμπα σαν «βοήθεια» που την έχουμε ήδη πληρώσει και μάλιστα με τόκο.

Εν πάση περιπτώσει ο καθένας κάνει τη δουλειά του και από αυτήν την άποψη πράγματι είναι νομίζω ζήτημα το αν εμείς (εν προκειμένω οι ελαιοπαραγωγοί) κάνουμε τη δική μας δουλειά σωστά. Δεν εννοώ μόνο το αν καλλιεργούμε και το αν παράγουμε σωστά, αλλά και το πώς διαχειριζόμαστε το προϊόν της δουλειάς μας. Αφιέρωσα λοιπόν κάποιες ώρες προσπαθώντας να περιγράψω με απλό και συνοπτικό τρόπο τα συμβαίνοντα στον τομέα της ελαιοπαραγωγής καθώς και να μεταφέρω τη δική μου εμπειρία, με σκοπό την υποβοήθηση κάποιου προβληματισμού, μπας και σώσουμε ό,τι μπορεί ακόμη να σωθεί.
{Σημ. αν κανείς θέλει να ρίξει μια ματιά στο «περί ελαιοκαλλιέργειας» πόνημα μπορεί να το κατεβάσει σε μορφή pdf από εδώ}.
Δύσκολο, δυσκολότατο μέλλον
Ως προς την προοπτική της ελαιοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, : «…η Ισπανία υιοθέτησε έγκαιρα (την τελευταία 20ετία) πολιτικές παραγωγής προϊόντος χαμηλού κόστους, επενδύοντας σε υπερεντατικές πυκνοφυτεμένες και αρδευόμενες καλλιέργειες πλήρως εκμηχανισμένες. Στο ίδιο χρονικό διάστημα η ελληνική ελαιοπαραγωγή πελαγοδρομούσε ανάμεσα σε επιδοτήσεις, βιολογικές δήθεν καλλιέργειες, προγράμματα δήθεν εκσυγχρονισμών, πιστοποιήσεις δήθεν ποιότητας, iso, ΠΟΠ,ΠΓΕ, HACCP, άτσαλους εμπειροτεχνισμούς, ακαλλιέργεια, νοθείες, αρπαχτές, διαμαρτυρίες, κλάψα και επιστημοσύνη καφενείου. Με εξαιρέσεις, βέβαια, αλλά ελάχιστες.

Η κατανάλωση (ζήτηση) ελαιολάδου σε παγκόσμιο επίπεδο παρουσιάζει στασιμότητα (δυσανάλογη προς την αύξηση παραγωγής). Αγορές με αυξητικές τάσεις ως προς την κατανάλωση ελαιολάδου δείχνουν αυτές της Ρωσίας, Γερμανίας, Γαλλίας και Κίνας.

Ίσως η μόνη εναπομείνασα ευκαιρία για το ελληνικό ελαιόλαδο είναι η αξιοποίηση του συγκριτικού του πλεονεκτήματος, δηλαδή του γεγονότος ότι κάτω από προϋποθέσεις μπορεί πάνω από το 80% της ελληνικής παραγωγής να κατατάσσεται στην κατηγορία του εξαιρετικού παρθένου. Αλλά για να γίνει αυτό πρέπει αφενός μεν να γίνεται συστηματική, πλήρης και σωστή καλλιέργεια, συγκομιδή και έκθλιψη, αφετέρου δε, και κυρίως, να υπάρξει ΑΜΕΣΩΣ στροφή στην τυποποίηση του ελαιολάδου και να αποθαρρυνθεί με κάθε τρόπο η χύμα διακίνηση. Γιατί η ποιότητα και η έλλειψη επιμολύνσεων δεν αποδεικνύονται με πρωτόκολλα και με σφραγίδες, αποδεικνύονται μόνο με εργαστηριακές αναλύσεις.

Ως ελαιοπαραγωγοί δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτα καλό από μια πολιτεία και ένα πολιτικό σύστημα που ξέρουν να διαχειρίζονται μόνο υποσχέσεις και τζάμπα χρήμα. Ούτε μπορούμε να περιμένουμε κάτι καλύτερο από ένα σύστημα εμπορίας που απαιτεί να θησαυρίσει από το δικό μας προϊόν, με αποτέλεσμα σε μας να πληρώνει κάτω από το κόστος και από τον καταναλωτή να ζητάει τέσσερις φορές περισσότερα. Είναι δική μας υπόθεση τόσο η ποιότητα του προϊόντος όσο και η εφαρμογή λύσεων τυποποίησης, ώστε το προϊόν μας να μπορεί να μπει στις αγορές με αξιώσεις επαρκούς τιμής. Λύσεις όχι ατομικές αλλά συλλογικές σε τοπικό, τουλάχιστον, επίπεδο. Αλλιώς βλέπω ότι σε λίγα χρόνια τα παιδιά μας θα τρέφονται με εισαγόμενα λάδια όχι απαραιτήτως ελαιόλαδα.
Η συστηματική καταστροφή της ελαιοπαραγωγής
Για την κατάρρευση της ελληνικής ελαιοπαραγωγής και την εξαθλίωση των ελαιοπαραγωγών χρειάστηκαν πάνω από 20 χρόνια. Ξοδεύτηκαν δεκάδες εκατομμύρια για επιδοτήσεις, αναδιαρθρώσεις, αγροτουρισμό, βιολογικές καλλιέργειες και συναφείς αντιελαιοπαραγωγικές δραστηριότητες. Τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα κατευθύνθηκαν σε πρόσκαιρη (δήθεν) βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των δικαιούχων, σε άχρηστα και πανάκριβα τετρακίνητα «αγροτικά», σε πολιτιστικά κέντρα με εξ ανατολών αρτίστες, κ.ο.κ., ενώ βεβαίως ένα σημαντικό μέρος τους αποτέλεσε τη μίζα μεσιτών και καταφερτζήδων παντός είδους. Στο τέλος της ημέρας η εικόνα των ελαιώνων είναι μάλλον χειρότερη από εκείνη προ 20ετίας, ενώ ένα μεγάλο μέρος τους είναι ήδη ουσιαστικά σε εγκατάλειψη. Υποθέτω μάλιστα ότι αυτή η απλώς ανεκτή εικόνα οφείλεται κυρίως στην συγκυρία (;) της απασχόλησης δεκάδων χιλιάδων οικονομικών μεταναστών (Αλβανικής κυρίως υπηκοότητας) ως εργατών γης στην ελαιοκαλλιέργεια.
Υπολογίζω ότι σήμερα πρέπει να υπάρχουν πάνω από 200.000 (κοντά στο ένα εκατομμύριο κόσμος δηλαδή) οικογένειες ελαιοπαραγωγών, που η επιβίωσή τους εξαρτάται είτε αποκλειστικά είτε επικουρικά από το ελαιόλαδο και την ελιά. Οι άνθρωποι αυτοί, έστω και εξαιτίας της απουσίας εναλλακτικών λύσεων βιοπορισμού, συνεχίζουν να κρατούν ζωντανό τον τομέα της ελαιοκαλλιέργειας με τη συνδρομή των οικονομικών μεταναστών εργατών γης. Ωστόσο με τις τιμές του προϊόντος σε σταθερή καθοδική πορεία, με το κόστος παραγωγής (μηχανές, εφόδια) σε σταθερή ανοδική πορεία και με τη διεθνή παραγωγή αυξανόμενη και με βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα, μάλλον δεν υπάρχει ορατό φως για την ελληνική ελαιοπαραγωγή. Παρατηρώ πως κάθε χρόνο όλο και περισσότεροι ελαιώνες μένουν ακαλλιέργητοι, ενώ η αυξανόμενη αδυναμία εφαρμογής ορθών πρακτικών συγκομιδής δίνει τελικά προϊόν υποβαθμισμένο.
Συμπερασματικά, κατά την εκτίμησή μου, η ελαιοκαλλιέργεια με την παραδοσιακή της μορφή, όπως την ξέρουμε χρόνια τώρα, βρίσκεται σε παρατεταμένο επιθανάτιο ρόγχο. Ωστόσο, επειδή αφορά πολύ κόσμο, επειδή το συγκεκριμένο προϊόν πράγματι είναι το κατ’ εξοχήν εθνικό προϊόν, επειδή οι προϋποθέσεις παραγωγής ποιοτικού προϊόντος (τουλάχιστον από άποψη εδαφών και κλιματολογικών συνθηκών) είναι οι καλύτερες παγκοσμίως, αλλά και επειδή η χώρα μας ήταν και είναι (;) χώρα αγροτοκτηνοτροφική, νομίζω πως το θέμα της σωτηρίας και ανάπτυξης του ελαιοπαραγωγικού αγροτικού τομέα είναι θέμα μείζονος σημασίας. Και επειδή έτσι είναι τα πράγματα, κάποιες δράσεις μπορούμε να κάνουμε μόνοι μας οι ελαιοπαραγωγοί, αφού ο κεντρικός σχεδιασμός είναι ανύπαρκτος.
Λύση;
Υπό τις παρούσες συνθήκες θεωρώ ότι η αυτοοργάνωση των αγροτών – ελαιοπαραγωγών θα μπορούσε να δώσει ένα πρώτο καλό αποτέλεσμα και να αποτελέσει τη βάση, έτσι ώστε μέσα από την απόκτηση σχετικής εμπειρίας να οδηγηθούμε εν τέλει σε ποιοτικές καλλιέργειες, σε δραστική μείωση του κόστους παραγωγής, αλλά και σε δημιουργία σταθερών καναλιών διάθεσης του τελικού προϊόντος απευθείας στους τελικούς καταναλωτές. Δεν νομίζω πως μια τέτοια διαδικασία μπορεί να έχει τύχη, αν τρέξει κάτω από νομικά έγγραφα, συμβόλαια και τυπικές δεσμεύσεις. Θεωρώ ότι έχει καλές πιθανότητες μόνο αν εδράζεται σε λογική ελεύθερης προσχώρησης, σε ξεκάθαρους και συμφωνημένους όρους και στόχους, μακριά από γραφειοκρατίες και πατροναρίσματα. Ωστόσο οι πιθανότητες που δίνω στο να τρέξουν τέτοιες λύσεις είναι λιγότερες από λίγες. Οι λόγοι είναι πολλοί και σχετίζονται κυρίως με την αναχρονιστική περί ιδιοκτησίας αντίληψη, που σε συνδυασμό με την απίστευτα χαμηλή εκπαίδευση των ελαιοπαραγωγών, δημιουργούν ιδανικές συνθήκες για την διαιώνιση πολιτικών που ξεπαστρεύουν τους παραγωγούς, επαγγελλόμενες μάλιστα κάποιο τάχα καλύτερον μέλλον. Ότι τη θέση των εκατοντάδων χιλιάδων ελαιοπαραγωγών θα καταλάβουν, τα επόμενα χρόνια, τσιφλίκια και αγροτοβιομηχανικές μονάδες, το θεωρώ ήδη συνέπεια αναπόδραστη.
Οι πιθανότητες λίγες, λιγότερες από λίγες ίσως, αλλά έστω κι έτσι αξίζει τον κόπο να το παλέψουμε. Μιλάμε για ένα προϊόν κορυφαίο παγκοσμίως, από το οποίο βιοπορίζεται ακόμα πάνω από ένα εκατομμύριο κόσμος. Ωστόσο, με Ευρωπαϊκή Ένωση (χρόνια περίμεναν οι ελαιοπαραγωγοί τα χρυσά κουτάλια της ΕΟΚ που τους έταζαν οι ευρωκαραγκιόζηδες), με παπατράπεζες, τροϊκάνους, κυνοβούλια ευρωπροσκυνημένων και aroureus lamogius τα πράγματα είναι έτσι κι αλλιώς δύσκολα, πολύ δύσκολα. Αλλά δεν θα τα παρατήσουμε αμαχητί ούτε θα πέσουμε στην παγίδα των νέας κοπής aroureus lamogius που μυρίστηκαν ότι η λέξη Ελλάδα πουλάει και επιχειρούν γιουρούσια στον ιδρώτα μας εκμεταλλευόμενοι το πατριωτικό συναίσθημα του απλού κόσμου – καταναλωτών. Αναφέρομαι προφανώς σε αυτές της δήθεν πρωτοβουλίες «στήριξης» παραγωγών και καταναλωτών που καθημερινά ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια σε θολά εδάφη και σιγοντάρονται τόσο από τα ΜΜΕ όσο και από το λεγόμενο υπουργείο Αγροτικής (κατ΄ ευφημισμόν) Ανάπτυξης. «Πρωτοβουλίες» παραγοντίστικες που εξυπηρετούν μια χαρά τη σύναψη νέων διαφημιστικών συμβολαίων με μεγαλομπακάληδες, εισαγωγείς και μεγαλέμπορους ενώ δημιουργούν λίστες προγραμμένων παραγωγών για παραδειγματισμό.
Αμ δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα στον τομέα της διάθεσης / εμπορίας. Η απευθείας διάθεση από τους παραγωγούς δεν μπορεί να έχει καμιά θετική προοπτική μέσω ευκαιριακών και ακτιβίστικου χαρακτήρα δράσεων. Όσοι στοιχειωδώς γνωρίζουν το κύκλωμα εμπορίας δεν έχουν την παραμικρή επιφύλαξη. Αυτός ακριβώς είναι ο αιτιώδης λόγος δημιουργίας του ebloko.gr. Σε αυτόν ακριβώς τον λόγο οφείλεται ο πλήρης αποκλεισμός του ebloko.gr από τα (κατά τα άλλα) ΜΜΕ. Και για τον ίδιο λόγο πολλοί παραγωγοί εκβιάστηκαν στυγνά να αποσύρουν την προβολή των προϊόντων τους από το ebloko.gr ή να τα προβάλουν χωρίς τιμές (για να μην μπουν δηλαδή στις λίστες προγραμμένων).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.